Αρχική > Faq > Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

Πώς γίνεται σήμερα μια κηδεία σε πόλη και πώς στην επαρχία; Πώς γινόταν παλαιότερα μια κηδεία;

Σήμερα μια κηδεία στην πόλη γίνεται ως έξης: Αφού πεθάνει ο άνθρωπος προσκαλείται αμέσως ο ιερεύς της ενορίας και διαβάζει το πρώτο Τρισάγιον στον κεκοιμημένο, στον τόπο όπου o κοιμηθείς ξεψύχησε. Σε περιπτώσεις όπου η κοίμηση γίνεται σε νοσοκομείο η κλινική, το Τρισάγιoν διαβάζεται και πάλι στο σπίτι του κεκοιμημένου. Κατόπιν ενημερώνεται το γραφείο κηδειών το οποίο και αναλαμβάνει όλα τα της κηδείας. Ορίζεται η ημέρα της εφοδίου ακολουθίας και ταφής, αφού πρώτα έχει ευρεθεί ο τάφος και γίνεται η νεκρώσιμη ακολουθία είτε στην ενορία του κεκοιμημένου, είτε στον κοιμητηριακό ναό όπου και θα λάβει χώρο η ταφή. Μετά την ταφή ακολουθεί, η δεξίωση, τα λεγόμενα «μακαριά». Και τέλος, αφού συλλυπηθούν συγγενείς και φίλοι τους οικείους του κεκοιμημένου αποχωρούν εις τα ίδια.

Στην επαρχία επίσης η κηδεία σήμερα γίνεται κατά παρόμοιο τρόπο. Η μόνη διαφορά βρίσκεται στη συμμετοχή συγγενών, φίλων και γνωστών που θεωρείται επιβεβλημένο καθήκον. Στην επαρχία η κηδεία τελείται οπωσδήποτε στον ενοριακό ναό μιας και αποτελεί το γεγονός του τόπου. Και τούτο συμβαίνει εν αντιθέσει προς την πόλη, όπου μια κηδεία περνά σχεδόν απαρατήρητη λόγω της απρόσωπης κοινωνίας στην οποία ζούμε εμείς οι άνθρωποι. Το γεγονός δε ότι οι περισσότερες κηδείες στις μεγαλουπόλεις τελούνται στους κοιμητηριακούς ναούς, κάνει ακόμη πιο απρόσωπη την κηδεία. Συμβαίνει και το παράξενο γεγονός στην ίδια πολυκατοικία να μην αντιλαμβάνονται κάποιοι το ποιος και πότε πέθανε.

Παλαιότερα η κηδεία ήταν το γεγονός της κοινωνίας. Παρέλυε θα λέγαμε η κοινωνία. Όλοι συμμετείχαν σ' αυτήν. Η κηδεία ήταν υπόθεση συγγενών και φίλων οι όποιοι, βοηθούσαν σε όλα. Δεν υπήρχαν νεκροκομιστές, γιατί το να βαστάξει κάποιος το φέρετρο, ήταν φόρος τιμής και αγάπης προς τον κεκοιμημένο. Οι γυναίκες βοηθούσαν στο σπίτι στα κεράσματα, στους καφέδες της παρηγοριάς, στην καθαριότητα, στην ετοιμασία του φαγητού για τους οικείους του κεκοιμημένου, και τέλος στη «μακαριά». Αυτή απαιτούσε μεγάλη ετοιμασία της τράπεζας του συγχωρητικού γεύματος μετά την ταφή για όλον τον κόσμο που συμμετείχε στην κηδεία. Άλλοι βοηθούσαν στο άνοιγμα του τάφου. Οι νέες κοπέλες έπλεκαν στέφανα με λουλούδια που τα πρόσφεραν όσοι έρχονταν στον τάφο του κεκοιμημένου. Ο θάνατος του κεκοιμημένου είχε έναν οικογενειακό χαρακτήρα και ένωνε τους ανθρώπους. Η κηδεία γινόταν με πομπή. Η πομπή περνούσε συνήθως από τους κεντρικούς δρόμους της πόλεως ή της επαρχίας. Όσοι δε συναντούσαν στο δρόμο τους την κηδεία κοντοστέκονταν. Οι άνδρες έβγαζαν τα καπέλα τους και σταυροκοπιούνταν. Τα παιδιά του ιερού βήματος βαστούσαν τα εξαπτέρυγα και το σταυρό. Οι ιερείς της ενορίας αλλά και των γύρω περιοχών χωριών και πόλεων συμμετείχαν όλοι στην κηδεία φορώντας τα ιερά άμφια τους και ξεκινώντας από το σπίτι του κεκοιμημένου μέχρι το ναό και το κοιμητήριο.

Παλαιότερα δεν υπήρχε ανάγκη, για να ανακοινωθεί μέσω εφημερίδων και αγγελτηρίων η κηδεία, γιατί με την θανή αμέσως ενημερωνόταν ο ιερέας και χτυπούσε πένθιμα η καμπάνα. Σήμερα μόνο στα χωριά της ελληνικής υπαίθρου γίνεται η νεκρώσιμη κωδωνοκρουσία.

©2010 orthmad.gr | Web development by Integrated ITDC