Η κρίση και η Εκκλησία
2 Feb, 2012
Παρακολουθώ με ενδιαφέρον και αγωνία τις ανήσυχες φωνές που διαμαρτύρονται για τις τελευταίες εξελίξεις με το Μνημόνιο και το Μεσοπρόθεσμο, αλλά και τα τεκταινόμενα με την κάρτα του πολίτη, τα μικροτσίπς, το 666 και το σημάδι του αντιχρίστου. Εκτιμώ τους αγώνες ορισμένων κληρικών κυρίως, που αποκαλύπτουν αυτά που γίνονται, και προειδοποιούν γι’ αυτά που θα γίνουν. Και δεν αμφιβάλλω πια για τους καταχθόνιους σκοπούς κοσμικών συλλόγων, λεσχών, σεκτών και άλλων, που μισούν την Εκκλησία, τον πιστό λαό και την εθνική μας Ιστορία.
Και οι ευλαβείς κληρικοί μας προσπαθούν να αφυπνίσουν τους χριστιανούς της Ελλάδος, για να αντιδράσουν σε όλα αυτά. Καλό σκοπό έχουν, αλλά νομίζω ότι δεν ξέρουν πόσοι είναι οι αποδέκτες των μηνυμάτων τους. Ακόμη δεν ξέρουν ίσως πόσοι χριστιανοί είναι οι ακροατές και αναγνώστες τους.
Είμαστε οι περισσότεροι κυνηγοί ατομικών συγκινήσεων και τρέχομε στα μοναστήρια και στους γέροντες, όχι για μία επιπλέον κατάρτιση, αλλά φεύγοντας άσπλαγχνα και συχνά περιφρονητικά από την ενορία μας. Και όμως η ενορία μας είναι η οικογένειά μας, πνευματική κατά κύριον λόγο, αλλά συχνά και υλική. Αγνοούμε τους συνενορίτες μας και πιάνομε γνωριμίες πολύ μακρινές, βελτιωμένης όντως ποιότητας. Αλλά αγωνιούμε και αγανακτούμε με τα μέσα, που προωθεί η Νέα Τάξη, για να χάσομε την εμπιστοσύνη στον διπλανό μας, να χάσομε την εθνική και την ηθική μας συνείδηση. Στην πραγματικότητα όμως εφ' όσον δεν γνωριζόμαστε και δεν είμαστε ενωμένοι καρδιακά με τους συνενορίτες μας, ήδη έχομε πραγματοποιήσει τους σκοπούς της Νέας Τάξης, γιατί ποια εμπιστοσύνη μπορούμε να έχομε σε ανθρώπους, πού δεν γνωρίζομε; Είναι βέβαια και παρήγορο ότι υπάρχει μέσα στην Εκκλησία αρκετή φιλανθρωπία. Ελεούμε όμως άγνωστα πρόσωπα με υλικά αγαθά, πρόσωπα που δεν τα γνωρίζομε και δεν θέλομε να τα γνωρίσομε. Γι’ αυτό κι αυτοί, που έρχονται και παίρνουν από την Εκκλησία κάθε λογής αγαθά, τροφή, ρούχα και άλλα πολλά, δεν πατούν στο ναό κατά την ώρα της θείας λειτουργίας. Ξέρουν ότι δεν έχουν καμιά ψυχική σχέση μαζί μας, αποτελούν την κάστα των φτωχών!
Πολύ εκτιμήσαμε και πανηγυρίσαμε τις λαϊκές συγκεντρώσεις των πλατειών, πού ήταν ακομμάτιστες και εξέφραζαν μία πράγματι λαϊκή εθνική κοινότητα. Δεν μπορεί όμως να μη προσέξαμε ότι το κίνητρο του φαινομένου κατά κύριο λόγο ήταν η διαμαρτυρία για τα οικονομικά μέτρα. Ο λαός δε μαζεύτηκε στις πλατείες για την ενθάρρυνση των εκτρώσεων από το κράτος και τα ασφαλιστικά ιδρύματα, δεν μαζεύτηκε για τα αντεθνικά και ηθικά απαράδεκτα σχολικά βιβλία πού επέβαλε το Υπουργείο Παιδείας. Για μία ουσιαστική αλλαγή στην κοινωνία μας, μια στροφή προς το πνεύμα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού ή του Μακρυγιάννη δεν μαζεύτηκε ο λαός. Ας μη τρέφουμε αυταπάτες για τις λαϊκές μάζες. Ο Θεός δεν μας έβαλε να κυβερνούμε λαούς, ο Θεός μας κάλεσε να γίνομε ένα σώμα με κοινή συμμετοχή στο Σώμα και στο Αίμα Του και να αγαπάμε αλλήλους. Αυτή την αγάπη πρέπει να την ζήσομε μέσα στην Εκκλησιά και όσοι κληθούν από τον Θεό θα κοιτάξουν μέσα στην Εκκλησία και θα την αποζητήσουν.
Ο στόχος μου, που με κάνει να γράφω αυτές τις γραμμές, είναι να κοιτάξομε πρώτα την Εκκλησία μας να είναι Εκκλησία κι υστέρα να επηρεάσομε τις λαϊκές μάζες, για να αντισταθούν στις καταιγίδες, που έρχονται. Ας μη προβάλομε το επιχείρημα ότι δεν έχομε χρόνο, γιατί αυτά γίνονται και παράλληλα. Γιατί υπάρχει ο μέγας κίνδυνος να πείσομε τον κόσμο ν' αντισταθεί αποτελεσματικά στα σχέδια της Νέας Τάξης χωρίς όμως να προσέλθη στην Εκκλησία• οι στεντόρειες φωνές μας κατά κει τείνουν. Τι θα κερδίσει μία κοινωνία, που δεν δέχεται το σημάδι του αντιχρίστου, αλλά ούτε και το «Φως Χριστού», που «φαίνει πάσι»;

Και οι ευλαβείς κληρικοί μας προσπαθούν να αφυπνίσουν τους χριστιανούς της Ελλάδος, για να αντιδράσουν σε όλα αυτά. Καλό σκοπό έχουν, αλλά νομίζω ότι δεν ξέρουν πόσοι είναι οι αποδέκτες των μηνυμάτων τους. Ακόμη δεν ξέρουν ίσως πόσοι χριστιανοί είναι οι ακροατές και αναγνώστες τους.
Είμαστε οι περισσότεροι κυνηγοί ατομικών συγκινήσεων και τρέχομε στα μοναστήρια και στους γέροντες, όχι για μία επιπλέον κατάρτιση, αλλά φεύγοντας άσπλαγχνα και συχνά περιφρονητικά από την ενορία μας. Και όμως η ενορία μας είναι η οικογένειά μας, πνευματική κατά κύριον λόγο, αλλά συχνά και υλική. Αγνοούμε τους συνενορίτες μας και πιάνομε γνωριμίες πολύ μακρινές, βελτιωμένης όντως ποιότητας. Αλλά αγωνιούμε και αγανακτούμε με τα μέσα, που προωθεί η Νέα Τάξη, για να χάσομε την εμπιστοσύνη στον διπλανό μας, να χάσομε την εθνική και την ηθική μας συνείδηση. Στην πραγματικότητα όμως εφ' όσον δεν γνωριζόμαστε και δεν είμαστε ενωμένοι καρδιακά με τους συνενορίτες μας, ήδη έχομε πραγματοποιήσει τους σκοπούς της Νέας Τάξης, γιατί ποια εμπιστοσύνη μπορούμε να έχομε σε ανθρώπους, πού δεν γνωρίζομε; Είναι βέβαια και παρήγορο ότι υπάρχει μέσα στην Εκκλησία αρκετή φιλανθρωπία. Ελεούμε όμως άγνωστα πρόσωπα με υλικά αγαθά, πρόσωπα που δεν τα γνωρίζομε και δεν θέλομε να τα γνωρίσομε. Γι’ αυτό κι αυτοί, που έρχονται και παίρνουν από την Εκκλησία κάθε λογής αγαθά, τροφή, ρούχα και άλλα πολλά, δεν πατούν στο ναό κατά την ώρα της θείας λειτουργίας. Ξέρουν ότι δεν έχουν καμιά ψυχική σχέση μαζί μας, αποτελούν την κάστα των φτωχών!
Πολύ εκτιμήσαμε και πανηγυρίσαμε τις λαϊκές συγκεντρώσεις των πλατειών, πού ήταν ακομμάτιστες και εξέφραζαν μία πράγματι λαϊκή εθνική κοινότητα. Δεν μπορεί όμως να μη προσέξαμε ότι το κίνητρο του φαινομένου κατά κύριο λόγο ήταν η διαμαρτυρία για τα οικονομικά μέτρα. Ο λαός δε μαζεύτηκε στις πλατείες για την ενθάρρυνση των εκτρώσεων από το κράτος και τα ασφαλιστικά ιδρύματα, δεν μαζεύτηκε για τα αντεθνικά και ηθικά απαράδεκτα σχολικά βιβλία πού επέβαλε το Υπουργείο Παιδείας. Για μία ουσιαστική αλλαγή στην κοινωνία μας, μια στροφή προς το πνεύμα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού ή του Μακρυγιάννη δεν μαζεύτηκε ο λαός. Ας μη τρέφουμε αυταπάτες για τις λαϊκές μάζες. Ο Θεός δεν μας έβαλε να κυβερνούμε λαούς, ο Θεός μας κάλεσε να γίνομε ένα σώμα με κοινή συμμετοχή στο Σώμα και στο Αίμα Του και να αγαπάμε αλλήλους. Αυτή την αγάπη πρέπει να την ζήσομε μέσα στην Εκκλησιά και όσοι κληθούν από τον Θεό θα κοιτάξουν μέσα στην Εκκλησία και θα την αποζητήσουν.
Ο στόχος μου, που με κάνει να γράφω αυτές τις γραμμές, είναι να κοιτάξομε πρώτα την Εκκλησία μας να είναι Εκκλησία κι υστέρα να επηρεάσομε τις λαϊκές μάζες, για να αντισταθούν στις καταιγίδες, που έρχονται. Ας μη προβάλομε το επιχείρημα ότι δεν έχομε χρόνο, γιατί αυτά γίνονται και παράλληλα. Γιατί υπάρχει ο μέγας κίνδυνος να πείσομε τον κόσμο ν' αντισταθεί αποτελεσματικά στα σχέδια της Νέας Τάξης χωρίς όμως να προσέλθη στην Εκκλησία• οι στεντόρειες φωνές μας κατά κει τείνουν. Τι θα κερδίσει μία κοινωνία, που δεν δέχεται το σημάδι του αντιχρίστου, αλλά ούτε και το «Φως Χριστού», που «φαίνει πάσι»;
Του Κωνσταντίνου Γανωτή
Περιοδικό «Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ», Τεύχος 291, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2011.