Αρχική > News > Τὸ χτίσιμο τῆς Πόλης

Τὸ χτίσιμο τῆς Πόλης

Τὸν καιρὸν ἐκεῖνον, ἤγουν εἰς τοὺς 316 χρόνους ἀπὸ Χριστοῦ, εἶδεν ὁ Βασιλεὺς Κωνσταντῖνος θείαν ὅρασιν, ὅποῦ τὸν ἐπρόσταξε νὰ κτίςῃ πόλιν εἰς τὰ μέρη τῆς Ἀνατολῆς καὶ νὰ τὴν ἀφιερώσῃ εἰς τὸ ὄνομα τῆς Ὑπεραγίας ἡμῶν Θεοτόκου. Λοιπόν, πρῶτον μὲν ἀπῆλθεν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην, μελετῶν νὰ κτίσῃ ἐκεῖ τὴ πόλιν. ὁποῦ εἶδεν τὸ ὅραμα· ἀλλ’ ἐπειδὴ δὲν ἦτο θέλημα Θεοῦ νὰ γείνῃ ἐκεῖ, τὸν ἐμπόδισε. Καὶ πηγαίνει εἰς τὴν Χαλκηδόνα· τοῦ ἤρεσεν ὁ τόπος καὶ ἤρχισε νὰ κτίζῃ. Ἀλλὰ τοῦ Θεοῦ δὲν ἤρεσεν· ὅθεν ἤρχοντό τινες ἀετοὶ καὶ ἐλάμβανον τὰ σύνεργα τῶν μαστόρων και τὰ ἔρριπτον εἰς τὸ Βυζάντιον.
Λοιπόν, βλέπων τοιοῦτον θαυμάσιον, ἀπῆλθεν ἐκεῖ· καὶ τοῦ ἤρεσεν πολλὰ ἡ θέσις τοῦ τόπου. Ἂλλὰ δὲν ἤξευρεν πόσον μεγάλην νὰ τὴν κτίσῃ· Καὶ τὴν νύκτα πάλιν, εἶδεν ἄγγελον εἰς τὸ ὅραμα καὶ τοῦ λέγει: «Τὸ πρωί, ὅταν ἐξημερώσῃ, νὰ μὲ ἀκολουθήσῃς· καὶ ὅπου ὑπάγω ἐγώ, ἐκεῖ νὰ σημαδεύσῃς τὸν τόπον, νὰ βάλωσι τὰ θεμέλια».
Τὸ ταχὺ λοιπόν, ἐπῆρε τὸν πρωτομάστορα, προστάζων αὐτὸν νὰ τὸν ἀκολουθῇ καὶ ὅπου πατήσῃ νὰ βάνῃ σημάδι. Οὕτω ἐπήγαινεν ὅ ἄγγελος ἔμπροσθεν· καὶ μόνος ὁ βασιλεὺς τὸν ἔβλεπε· καὶ ἐπεριπάτει ταχέως ἀκολουθῶν αὐτόν· καὶ τοῦ βασιλέως κατόπιν ἠκολούθει ὁ τέκτων, ἕως οὗ ἐγύρισεν ὅλον τὸν τόπον, ὅποῦ ἦτο Θεοῦ θέλησις νὰ κτισθῇ ἡ πόλις. Καὶ τότε τὴν ἄρχισαν.
Καὶ ἔβαλεν ἕνα γνωστικὸν καὶ πρακτικὸν ἄνθρωπον, Εὐφρατᾶ καλούμενον, νὰ ἔχῃ τὴν φροντίδα ἐπάνω του, νὰ γίνῃ τὸ ἔργον θαυμάσιον πολλὰ καὶ θεάρεστον, τοῦ ὁποίου ἔδωκε χρυσίον ἀναρίθμητον διὰ ἔξοδον, ὅστις ἦτο τόσον ἐπιδέξιος, ὁποῦ τὴν ἔκαμε κατὰ πολλὰ ὡραίαν, ὡς ἔπρεπε, καὶ ἔγινεν ὁμοία τῆς Ρώμης εἰς ὅλα τὰ κτίρια.
Ἐπάνω εἰς ἑπτὰ λόφους τὴν ἔκτισαν· διὸ καὶ ἑπτάλοφος ὀνομάζεται. Καὶ μὲ διπλοῦν τεῖχος τὴν περιχαράκωσαν…
Ἐντὸς τῆς εὐρυτάτης ταύτης περιοχῆς ἔζη καὶ ἐκινεῖτο καὶ ἀνέπνεεν ἡ βασίλεια τῶν πόλεων. Κυρίαρχος Ἀνατολῆς καὶ Δύσεως, εἰς διάστημα μακρότατον, δώδεκα ὅλων αἰώνων.

Τοῦ Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη
Ἀπόσπασμα ἀπὸ τὸ βιβλίο του «Μὲ τοῦ βοριᾶ τὰ κύματα»

©2010 orthmad.gr | Web development by Integrated ITDC