Η Εκκλησία στον Αγώνα του ‘ 40 – Θείες Λειτουργίες κάτω από τις…. βόμβες

Περίοπτη θέση μέσα στην πολλαπλή προσφορά της Εκκλησίας στον Αγώνα του ‘40 κατέχει ή δράση τών στρατιωτικών ιερέων στο μέτωπο. Δεκάδες ιερείς φορώντας το χακί διέσχισαν τη γραμμή του πυρός, παρηγορώντας τους τραυματίες και σκορπώντας τόν ενθουσιασμό μέ τά φλογερά τους κηρύγματα. Εξομολογούσαν πολλές φορές ολόκληρο τό στράτευμα και τόνωναν τήν πίστη τών στρατιωτών. Και λειτουργώντας αδιάκοπα, πολλές φορές και σέ ώρα βομβαρδισμού, χάριζαν ώρες πνευματικής ανάτασης στους γενναίους πολεμιστές μας.

Άπό τις μαρτυρίες πού υπάρχουν, ξεχωρίζουμε δύο, χαρακτηριστικές γιά τήν ατμόσφαιρα στό μέτωπο.

Γράφει ό στρατιωτικός ιερέας Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Δεληγιαννόπουλος1 ότι κατά τήν Εαρινή επίθεση του Μουσολίνι, τό Σύνταγμα όπου υπηρετούσε βαλλόταν άπό οβίδες. Ό συνταγματάρχης απελπισμένος του είπε ότι δεν έπρεπε νά γίνει Θεία Λειτουργία, γιατί ήταν επικίνδυνο. Εκείνος όμως του απάντησε ότι γι’ αυτόν ακριβώς τό λόγο έπρεπε νά γίνει! Καί πράγματι έγινε. Στή διάρκεια της Λειτουργίας ό τόπος αυλακωνόταν άπό τις οβίδες. Μιά οβίδα έγλειψε τόν τοίχο του μικρού δωματίου πού τους χρησίμευε ώς ναός, αλλά δεν έσκασε. Μιά άλλη είχε βυθισθεί πιό πέρα στό χώμα, χωρίς κι αυτή νά κάνει ζημιά. Μιά τρίτη όμως έσκασε λίγο πιό κάτω άπ’ τό δωμάτιο, μέσα σ’ ένα αμπρί2. Καί αύτη σκότωσε τέσσερις άνδρες καί τραυμάτισε άλλους τρεις, πού πήγαν εκεί νά φυλαχθοΰν καί δεν έμειναν στή Θεία Λειτουργία… Τό απόγευμα τους διάβασε τή νεκρώσιμη ακολουθία.

Τήν ίδια εκείνη μέρα ό ιερέας έγραψε μέ συγκίνηση στό ημερολόγιο του: «Τά αεροπλάνα νά μουγγρίζουν… καί ατάραχοι νά τελούμε τήν Θείαν Λειτουργίαν. Ποιον θάρρος μας έδινες, Κύριε, τότε!».

Ό Ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού Γεώργιος Παυλίδης3 καταθέτει καί τή δική του μαρτυρία γιά τή δράση του ίδιου ιερέα:
«Πρό της επιθέσεως τών Ιταλών της 9ης Μαρτίου 1941 είχαμε καταυλισθεί λίγο πιό κάτω άττ’ τό χωριό Τόσκεσι… Κάναμε τεχνητή άπόκρυψη τών σκηνών καί τών πυροβόλων μέ κλαδιά δέντρων. Μιά βραδιά είχε βρέξει καί δεν ρίξαμε κλαδιά στή σκηνή μας. Τό πρωί ερχόταν ένα αναγνωριστικό (ιταλικό) αεροπλάνο… έπαιρνε φωτογραφί&ς… καί αν άνακά-
λυπταν παραλλαγή του χώρου, έρχονταν και βομβάρδιζαν. Έτσι και τήν ήμερα εκείνη ήλθε, βρήκε τή σκηνή χωρίς καμουφλάζ, τή φωτογράφισε και μετά μιάμιση ώρα… ήλθαν 15-20 στούκας, που κατέβηκαν στά 30-35 μ. χαμηλά… και άρχισαν νά σπέρνουν βόμβες.

…Τρέξαμε νά κρυφτούμε… Έγώ χώθηκα σε ένα σωρό από τσουβάλια… Οι κρότοι ήταν εκκωφαντικοί… Είχε καλυφθεί από καπνούς όλος ο καταυλισμός…

Όπως ήμουνα ξαπλωμένος (ανάσκελα), έβλεπα καθαρά τό αεροπλάνο, τόν αεροπόρο… τά χέρια τον, τις βόμβες. Είπα μέσα μον: Τώρα πιά, «νυν άπολύεις τόν Δουλον σου, Δέσποτα». Επιτέλους, κάποτε …τά αεροπλάνα εφυγαν…
Με δισταγμό σηκώθηκα… Δεν ακουγόταν κανένας θόρυβος. Ησυχία θανάτου. Μονολόγησα: «Έγώ μόνο ζώ». “Ομως, σιγά σιγά έβλεπα νά σηκώνονται μερικά κουρέλια… Λίγο λίγο γέμισε ο τόπος…
Ζητωκραυγές, σταυροκοπήματα παντού. Ό Διοικητής διατάσσει προσκλητήριο. Και τό θαύμα: Μέσα σ΄αυτή τή φωτιά του σιδήρου δέν είχαμε ούτε ενα στρατιώτη… νεκρό ούτε και πληγωμένο…
Ό Διοικητής… δέχθηκε τήν πρόταση μου νά κάνονμε μιά ευχαριστήρια Θεία Λειτουργία. Κοντά μας ήταν ο στρατιωτικός Ιερέας… Συγκεντρωθήκαμε και αποφασίσαμε νά γίνει πρώτα εξομολόγηση… Πράγματι… εξομολογήθηκαν αξιωματικοί και οπλίτες και τό πρωί σε μιά μεγάλη σπηλιά ο π. Χρυσόστομος λειτούργησε. Πρίν άπό τή Θεία Λειτουργία μας μίλησε… Και στό «Μετά φόβου Θεού»… κοινωνήσαμε όλοι.

Δέν θά λησμονήσω εκείνη τή Θεία Λειτουργία. Καθώς προσέρχονταν οί στρατιώτες γιά νά κοινωνήσουν, έκλαιγαν. Και τά δάκρυα τους έπεφταν στην άγια λαβίδα. Ετσι τό Σώμα και τό Αίμα του Χρίστου αναμειγνυόταν μέ τά δάκρυα των στρατιωτών…
“Εκείνες τις μέρες περπάτησε ο Θεός ανάμεσα μας…».

Στόν πόλεμο του ’40 μέ ενθουσιασμό προχώρησαν οί φαντάροι μας στή μεγαλειώδη τους επέλαση. Ούτε οι βόμβες και η φρίκη τού πολέμου, ούτε οί στερήσεις ή τό κρύο μπόρεσαν νά τους ανακόψουν. Γιατί οί ιερείς τής Εκκλησίας μας τους κάλυπταν μέ τό τιμημένο ράσο τους. Ζέσταιναν τά παγωμένα τους κορμιά. Καί τόνωναν τίς φοβισμένες τους καρδιές, σταλάζοντας μέσα τους πίστη και θάρρος.

1. Μετέπειτα Μητροπολίτης Αργολίδος
2. Υπόγειο χαράκωμα γιά στρατιώτες της πρώτης γραμμής
3. Μετέπειτα Μητροπολίτης Νικαίας

Πηγή: Ί. Μ. Χατζηφώτη, Ή Εκκλησία στόν αγώνα τοΰ Σαράντα, Έκδ. «Ατλαντίς», Αθήναι, σ. 98-99,154-155.
από το περιοδικό Προς τη Νίκη, Οκτώβριος 2015

https://www.orthodoxianewsagency.gr/epikairotita/

Ένα Έθνος, μια ψυχή (π. Δημητρίου Μπόκου)

Μὲ ἀπροκάλυπτο θαυμασμὸ στάθηκε ὁ κόσμος ὁλόκληρος μπρὸς στὴ μικρὴ Ἑλλάδα, ποὺ τὸ 1940 νίκησε τὴν πανίσχυρη Ἰταλία καὶ ἀντιστάθηκε ἡρωικά, χωρὶς πνεῦμα ἡττοπάθειας, χωρὶς σύμπλεγμα κατωτερότητας, ὡς ἴσος πρὸς ἴσον, ἀκόμα καὶ πρὸς τὴ θεωρούμενη ὣς τότε ἀήττητη Γερμανία. Ὁ ἄθλος της ἀποτέλεσε ἀπρόσμενη ἔκπληξη, εὐχάριστη γιὰ τοὺς μέν, δυσάρεστη γιὰ τοὺς δέ. Ὅλοι ὅμως, ἐχθροὶ καὶ φίλοι, στάθηκαν μπροστά της προσοχὴ καὶ ἀπέδωσαν τὰ εὔσημα στὸν μικρὸ λαὸ ποὺ ἐπέδειξε σθένος γίγαντα. Στὸ ἑξῆς οἱ ἥρωες θὰ εἶχαν ὡς πρότυπο τοὺς Ἕλληνες, ὅπως εἰπώθηκε προσφυῶς (Οὐίνστον Τσώρτσιλ).

Πολλοὶ παράγοντες, θεῖοι καὶ ἀνθρώπινοι, συνέβαλαν στὴν ἐπιτέλεση τοῦ θαύματος τοῦ 40. Θὰ ἐπικεντρωθοῦμε σὲ ἕναν. Στὴν ὁμοψυχία. Δὲν πολέμησε μόνο ὁ στρατός μας στὰ βουνὰ τῆς χιονοσκέπαστης Ἠπείρου. Ὅλο τὸ ἔθνος συστρατεύθηκε. Κάθε ἡλικία, ἀπὸ τὴν πιὸ μικρὴ ὣς τὴν πιὸ μεγάλη, ἔδωσε δυναμικὰ τὸ «παρών». Ὁ καθένας στὸ πόστο του. Ἀνάλογα μὲ τὴ δύναμή του καὶ τὴν εἰδικότητά του. Ὁ καθένας συνεισέφερε στὸν κοινὸ ἀγώνα κατὰ τὸ χάρισμά του. Οἱ πολλοὶ ἔγιναν ἕνας. Ἕνα σῶμα μὲ πολλὰ μέλη, συντονισμένα στὴν ἀπόλυτη λειτουργικὴ ἁρμονία. Δὲν σκεφτόταν καὶ δὲν ἐνεργοῦσε κανένας κατὰ τὸ δικό του θέλημα. Ξεχάστηκε τὸ ἐγώ, παραμερίστηκε. Ἦρθε στὸ προσκήνιο ἡ ἀξία τοῦ «ἐμεῖς» τοῦ ἥρωα Μακρυγιάννη. Κατανοήθηκε πλήρως πὼς ἂν ἡ πατρίδα πηγαίνει στὸ σύνολό της καλά, εἶναι ὄφελος γιὰ ὅλους. Ἂν ἡ πατρίδα χάνεται, τί νόημα ἔχει νὰ εὐημεροῦν μερικοί; Ἡ γενικὴ δυστυχία θὰ παρασύρει καὶ κάθε ἰδιωτικὴ εὐημερία. Ἐνῶ σὲ μιὰ πατρίδα ποὺ εὐτυχεῖ, λέγει ὁ ἀρχαῖος Περικλῆς, ἀκόμα κι ἂν κάποιος δυστυχήσει, «πολλῷ μᾶλλον διασῴζεται» (Θουκυδίδου Ἱστορίαι, 2, 60, 2-4).

Ἔτσι, ὁ ἄμαχος πληθυσμός, ἀποχαιρετώντας μὲ πόνο, ἀλλὰ καὶ ἐνθουσιασμὸ τὰ μάχιμα παιδιά του ποὺ ξεκινοῦσαν τραγουδώντας γιὰ τὸ μέτωπο, στρώθηκε ἀμέσως στὴ δουλειά. Πολέμησε κι αὐτὸς μὲ κάθε τρόπο στὰ μετόπισθεν. Οἱ Ἑλληνίδες τῆς Ἠπείρου καὶ τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας σήκωσαν, μὲ ἀτσάλι ψυχή, στοὺς ἀδύνατους ὤμους τους τὸ βαρύτατο ἔργο τοῦ ἐφοδιασμοῦ. Βρέθηκαν κι αὐτὲς στὴν πρώτη σχεδὸν γραμμή, δίπλα στὸν μαχόμενο στρατιώτη, δίνοντάς του πνοὴ ζωῆς, ἀνάσα ἀπ’ τὴν ἀνάσα τους, σ’ ἕναν δίχως ἀνάπαυλα πόλεμο.

Οἱ ἐχθροὶ ἦταν πολλοὶ στὰ ἄγρια πολεμικὰ μέτωπα, μὰ χειρότερος ἀπ’ ὅλους ἀποδείχτηκε τὸ κρύο. Ὁλόκληρη ἡ Ἑλλάδα βάλθηκε τότε νὰ ζεστάνει τὸν παγωμένο φαντάρο. Μικρὰ κορίτσια, ἀλλὰ καὶ αἰωνόβιες γιαγιές, ρίχτηκαν στὸν ἀγώνα «τῆς φανέλλας τοῦ στρατιώτη». Χιλιάδες δέματα μὲ μάλλινα πλεχτά, συνοδευμένα μὲ τὶς προσευχὲς ὅλου τοῦ ἔθνους, ἔφτασαν στὴ γραμμὴ τοῦ πυρός, ζέσταναν τὶς ψυχὲς τῶν παιδιῶν ποὺ πολεμοῦσαν στὰ χιόνια. Ὁ λαὸς εἶχε γίνει μιὰ μεγάλη ζεστὴ οἰκογένεια. Τό ’νιωθε ὁ ἔρημος στρατιώτης καὶ παρηγοριόταν.

Γράφει ἕνας τραυματίας ἀπὸ τὸ μέτωπο γιὰ τὸν στρατὸ τῶν μετόπισθεν:

«Καλή μου μανούλα, …ὅταν νιώθουμε ὅτι πίσω μας ὑπάρχει ἕνας ὁλόκληρος κόσμος ποὺ φροντίζει…, ὅταν βλέπουμε ὅτι τὰ αἰσθήματα τῆς ἀλληλεγγύης πλημμυρίζουν τὶς καρδιὲς ὅλου τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἡ ψυχή μας γεμίζει συγκίνηση καὶ ὁρκιζόμαστε, ὅτι δὲν θὰ ἀφήσουμε ποτὲ ἐχθρικὸ ποδάρι νὰ μολύνει τὴν ἔνδοξη γῆ μας. Ἀψηφοῦμε τὰ χιόνια καὶ τὶς παγωνιές. Ἀγνοοῦμε τοὺς κόπους καὶ τὶς κακουχίες. Γινόμαστε τρομεροὶ καὶ ἱκανοὶ νὰ ἐπιτελέσουμε καὶ τοὺς δυσκολότερους ἄθλους».

Ποιὸς μπορεῖ νὰ νικήσει τὸ ἔθνος ποὺ ἔχει τέτοια ψυχή;

Καλὴ εὐλογημένη ἑβδομάδα! Καλὸ μήνα!

«Ἀντιύλη». Ἱ. Ν. Ἁγ. Βασιλείου, Πρέβεζα

Κρυφό Σχολείο: τεράστια η προσφορά του εις την διατήρηση Ελληνισμού και Ορθοδοξίας

Ο εορτασμός της επετείου του ξεσηκωμού των Ελλήνων την 25η Μαρτίου 1821 φέρνει στην επικαιρότητα και το θέμα του Κρυφού Σχολείου. Υπάρχουν συνάνθρωποί μας που αναρωτιούνται αν υπήρξε κρυφό σχολειό και άλλοι, θορυβούσα μειοψηφία που ευθέως αμφισβητεί την ύπαρξή του και επιμένει να επιβάλλει την ανιστόρητη άποψή της.

Το θέμα είναι μεγάλο, αναφέρεται σε διάρκεια αιώνων και αφορά τον σκλαβωμένο Ελληνισμό για τετρακόσια χρόνια και πεντακόσια για άλλες περιοχές. Θα προσπαθήσω στον περιορισμένο χώρο ενός άρθρου να φωτιστεί το ομιχλώδες από κάποιους και για ολίγους τοπίο. Ο ελληνισμός με την πτώση της βασιλεύουσας εισήλθε σε μακραίωνη σκλαβιά στον Οθωμανό δυνάστη. Ένας δυνάστης που εστερείτο πολιτισμού και ανθρωπισμού και τη δύναμή του αντλούσε από την τρομερή όψη του γιαταγανιού. Από όσους τόπους πέρασε άφησε πίσω του κουφάρια, συντρίμμια, πόνο και αίμα. Να θυμηθούμε τις λεηλασίες της Πόλης;; Να συγκρίνουμε την συμπεριφορά των με την τακτική του Μεγάλου Αλεξάνδρου του εκπολιτιστή των, τότε, βαρβάρων;; Αποτελεί ιεροσυλία.

Ο ελληνισμός έζησε στα δύσκολα εκείνα χρόνια πολλά βάσανα και με πολλούς κινδύνους και στερήσεις. Χωρίς δικαιώματα και χωρίς να του αναγνωρίζεται καμιά ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ανθρώπινο δικαίωμα. Οι γυναίκες τροφοδοτούσαν τα χαρέμια και τα όμορφα και εύρωστα ελληνόπουλα οδηγούσαν στα τάγματα των γενιτσάρων ή στις κρεβατοκάμαρες για την ικανοποίηση των ανώμαλων ορέξεών τους. Δείγματα ζήσαμε και τις τελευταίες δεκαετίες στο πετσί μας.

Ο Οθωμανός κατακτητής γνώριζε ότι αν στον σκλαβωμένο Έλληνα έδινε το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης των θρησκευτικών του πεποιθήσεων και της παιδείας, μια μέρα ο ελληνισμός θα κυριαρχούσε σε ολόκληρη την τότε οθωμανική αυτοκρατορία. Καλό θα ήταν εδώ να θυμηθούμε την ρήση του Ρωμαίου ποιητή Κικέρωνα: «Οι ρωμαίοι κέρδισαν την Ελλάδα με τα όπλα και οι έλληνες τους κέρδισαν με τα γράμματα». Ας αφήσουμε τα παλιά και ας στοχαστούμε τα σχετικώς πρόσφατα. Ποιό στοιχείο κυριαρχούσε σε Πόντο και Μικρά Ασία. Ας αναλογιστούμε διαβάζοντας από τις πηγές ολίγα για την τότε κατάσταση.

Ο Κωνσταντίνος Κούμας μας αναφέρει πως ένας από τους κυριότερους παράγοντες που καταπίεζε τους Έλληνες ήταν οι ίδιοι οι μουσουλμάνοι συμπολίτες τους, ο απλός τουρκικός όχλος. «Εις τα πόλεις τας κατοικουμένας το πλείστον μέρος υπό Τούρκων έπασχαν οι άθλιοι [Έλληνες] κακά μεγάλα, ως επί το πλείστον από την κατωτέραν μερίδαν του έθνους τούτου». Αυτήν την μαρτυρία του Κούμα επιβεβαιώνει απόλυτα στην ιστορία του ο Σ. Τρικούπης και στα Απομνημονεύματά του ο Κριτοβουλίδης.

Ο Ιησουίτης François Richard, ο οποίος εν έτει 1657, απορούσε για το πώς ήταν δυνατόν να υπάρχουν χριστιανοί στην Τουρκία, αφού οι διωγμοί που υφίσταντο οι χριστιανοί από την «οθωμανική διοίκηση» ήταν χειρότεροι ακόμα και από τους διωγμούς του Νέρωνα και του Διοκλητιανού(!)

Ο Στίβεν Ράνσιμαν έγραψε για την εποχή της τουρκοκρατίας ένα έργο, με τον τίτλο “Η Μεγάλη Εκκλησία εν Αιχμαλωσία”. Σ’ αυτό το έργο του ο Ράνσιμαν εκθέτει αναλυτικά, μέσα από τις πηγές, την κατάσταση του Ελληνισμού κάτω από τον τουρκικό ζυγό. Ανάμεσα στις πηγές του Ράνσιμαν συγκαταλέγεται και το βιβλίο του Άγγλου διπλωμάτη Sir Paul Rycaut, The Present State of the Greek and Armenian Churches. A.D. 1678, που εξέδωσε το 1679. Διαβάζουμε, ανάμεσα στα άλλα, και τα εξής: «Είναι τραγική η μετατροπή των ιερών της θρησκείας, η αποπομπή του βασιλικού ιερατείου και η μετατροπή των ναών σε τζαμιά. Τα μυστήρια του θυσιαστηρίου τελούνται κρυφά σε μυστικές και σκοτεινές τοποθεσίες… Μάλλον είναι θαύμα, και επαλήθευση των λόγων του Χριστού πως πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».

Όπως μας διαβεβαιώνει με τον πιο σαφή και επίσημο τρόπο ο καθηγητής Noehden, «Οι Τούρκοι απηγόρευαν επί κεφαλική ποινή την οικοδομήν νέων εκκλησιών. […] Εμπόδιζον δε δια της αυτής αυστηρότητος και την καθίδρυσιν δημοσίων σχολείων, φοβούμενοι μήπως οι χριστιανοί διδασκόμενοι αποβώσι δούλοι επικίνδυνοι και δυσκυβέρνητοι».

Το 1822 ο Κανέλλος έγραψε στον C. Iken μια σειρά από επιστολές, 12 τον αριθμό. Αυτές τις εξέδωσε το 1825 ο Iken με τον τίτλο Leucothea. Εκεί αναφέρει ο Iken «Οι Τούρκοι εμπόδιζαν τα σχολεία αυστηρότερα και από τας εκκλησίας. […] Δια τούτο… [οι Γραικοί] επροσπαθούσαν] να συστένουν κοινά σχολεία κρυφίως, όπου και των πτωχών τα τέκνα ανεξόδως εδιδάσκοντο».
Ο Κανέλλος δεν ήταν κάποιο τυχαίο πρόσωπο, αλλά ένας από τους «εκλεκτούς του νεοελληνικού διαφωτισμού». Υπάρχουν μαρτυρίες προερχόμενες από έγκριτους εκπροσώπους της ελληνικής, και όχι μόνο, επιστήμης και διανόησης του 19ου αιώνος που επιβεβαιώνουν απόλυτα τον Κανέλλο.

Πρόκειται για τις μαρτυρίες των α) Μισαήλ Αποστολίδη, καθηγητή της Θεολογικής σχολής, στα 1837 β) Κωνσταντίνου Οικονόμου του εξ Οικονόμων, στα 1842 γ) Φίλιππου Ιωάννου, του πρώτου καθηγητή της φιλοσοφίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, στα 1849 δ) Κωνσταντίνου Φρεαρίτη, καθηγητή της Νομικής, στα 1863 ε) Charles Tuckermann, πρώτου Αμερικανού προξένου στην Αθήνα, στα 1867 στ) Νικόλαου Δραγούμη, στα 1874 ζ) Γεωργίου Χασιώτη, ιστορικού της εκπαίδευσης, στα 1881.

Ο υπόδουλος ελληνισμός επέζησε στα 400 και πλέον χρόνια σκλαβιάς. Πως;; Μήπως οι Οθωμανοί επέτρεπαν την ύπαρξη και λειτουργία δημόσιων ελληνικών σχολειών;; Να μαθαίνουν τα ελληνόπουλα την γλώσσα τους, την ιστορία τους, την θρησκεία τους; Ο καθηγητής Ψαχαρόπουλος έγραψε σε ειδικό άρθρο του τα εξής ενδιαφέροντα για το κρυφό σχολειό: «[…]. Πάντως, σε κάθε περίπτωση είναι ξεκάθαρο ότι το κρυφό σχολειό βοήθησε στην διάσωση της ελληνικής γλώσσας και της εθνικής ταυτότητας».

Ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Φίλιππος Ιωάννου το 1849 είπε σε λόγο που εκφώνησε πως η ελληνική νεολαία επί τουρκοκρατίας «εδιδάσκετο λαθραίως εν υπογείοις και εν ταις οπαίς της γης, τον τύραννον διαφεύγουσα».

Ο πρώτος υπασπιστής του Κολοκοτρώνη, ο Φωτάκος, αναφέρει στα Απομνημονεύματά του: «Μόνοι των οι Έλληνες εφρόντιζαν δια την παιδείαν, η οποία εσυνίστατο εις το να μανθάνουν τα κοινά γράμματα, και ολίγην αριθμητικήν ακανόνιστον. Εν ελλείψει δε διδασκάλου ο ιερεύς εφρόντιζε περί τούτου. Όλα αυτά εγίνοντο εν τω σκότει και προφυλακτά από τους Τούρκους».

Το κρυφό σχολειό αναφέρει και ο ερευνητής της παιδείας, ο Τρύφων Ευαγγελίδης. Στον πρόλογο βιβλίου του, λέει επί λέξει τα εξής: «…και όμως, παρ’ όλους τους απαγορευτικούς νόμους των Τούρκων, […] οι Έλληνες κρύφα και εν παραβύστω εκαλλιέργουν τας Μούσας».

Χαρακτηριστικά γράφουν οι Aliki Dragona και Carolyn Handa: «..Παράδειγμα, τα κρυφά σχολεία τα οποία λειτουργούσαν κρυφά και «παράνομα» σε όλη την Ελλάδα, στα 400 χρόνια της οθωμανικής κυριαρχίας».

Η επόμενη μαρτυρία προέρχεται από τον Νικόλαο Δραγούμη που αναφέρεται στον πατέρα του Μάρκο που γεννήθηκε το 1770 και πέθανε το 1854, γράφοντας μεταξύ των άλλων τα εξής «Ουχί μόνον κοπιώντες, αλλά και κινδυνεύοντες εσπούδαζον οι πατέρες ημών γράμματα. Έκαστος των Τούρκων, και ο έσχατος, ως γνωστόν, είχε το δικαίωμα να τυραννή, να φορολογή και να φονεύη τους οπαδούς του Χριστού».
Δεν νομίζω πως μπορεί να υπάρξει πιο αξιόπιστη μαρτυρία, για την ύπαρξη του κρυφού σχολειού και για τον τρόπο με τον οποίο αυτό λειτουργούσε. Το σημαντικό είναι πως αποτελεί προσωπική κατάθεση του Μάρκου Δραγούμη, πατέρα του Νικολάου, την οποία έζησε και βίωσε άμεσα και προσωπικά ο ίδιος.

Στους τόσους αιώνες σκλαβιάς, δε θα μπορούσαν ποτέ να κρατήσουν οι Έλληνες τη θρησκεία και τη γλώσσα τους, αν δεν υπήρχαν το Κρυφά Σχολεία. Οι Τούρκοι δεν τους άφηναν να μάθουν γράμματα. Έκοβαν κεφάλια και γλώσσες χριστιανών που τολμούσαν να μιλήσουν Ελληνικά.
Έτσι δημιουργούνται τα Κρυφά Σχολειά, τα σχολειά της σκλαβιάς. Στην αρχή, από το 1581, μαθαίνουμε ότι ήταν, με δασκάλους παπάδες, ιερομόναχους ή μοναχούς, στην Κωνσταντινούπολη 10, στη Χίο 4, στην Πελοπόννησο 10, και σε άλλους τόπους περίπου 50.Τα Ελληνόπουλα διδάσκονταν από τα εκκλησιαστικά βιβλία, το οκτωήχι, το ψαλτήρι, το ωρολόγιο, τα μηναία.

Το Κρυφό Σχολειό στην κρύπτη της Ι. Μονής Αγ. Παρασκευής στη Μάνδρα Θέρμου Αιτωλοακαρνανίας ανακαλύφτηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών απομάκρυνσης των μπαζών από το εσωτερικό της κρύπτης. Τα ευρεθέντα στοιχεία ήλθαν να επιβεβαιώσουν την τοπική παράδοση ότι στο Μοναστήρι λειτουργούσε “Κρυφό Σχολειό” από το οποίο έμαθε τα πρώτου γράμματα ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, με δάσκαλο τον Ιερομόναχο Προκόπιο Γιαννέλο.

Ο όρος Κρυφό σχολειό είναι πραγματικός και παραπέμπει στην Μονή Φιλοσόφου, στη Δημητσάνα. Από τον 17ο αιώνα, η Μονή ονομάζεται Κρυφό Σχολειό, σώζεται και σχετική πινακίδα που το επιβεβαιώνει, παράλληλα με τα σωζόμενα έγγραφα. Μαθητής του υπήρξε, μεταξύ πολλών άλλων σπουδαίων παραγόντων, ο Οικουμενικός πατριάρχης Διονύσιος ο Α΄.

Μυργιώτης Παναγιώτης, Μαθηματικός